Τι να πεις τώρα και να μην σε πάρουν με τις πέτρες. Σου λέει ο ένας: Εγώ δεν πιστεύω στο κάρμα. Και καπάκι σου μιλάει για τα μαθήματα της ζωής που πρέπει να πάρεις. Και γιατί βρε δικέ μου, ο διπλανός μου παίρνει τα εύκολα και εμένα ο καλός θεός μ’ έχει ξεσχίσει;
Είναι θέμα πεπρωμένου σου λένε οι ελληνοτραφέντες.
Ας ξεκινήσουμε με το λεξικό –όχι βέβαια του γνωστού σε όλους- αλλά με το άλλο, εκείνο που δεν ξέρουμε, εκείνο της Επιτομής του Μεγάλου Λεξικού της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας των H.G. Liddell & R. Scott. Να τι λέει: πεπρωμένο, αρχαία ελληνική: πεπρωμένον, «ό,τι θεωρείται πως έχει ήδη προδιαγραφεί, από τη μοίρα, να συμβεί». Εκφράσεις: το πεπρωμένο(ν) φυγείν αδύνατο(ν). Και δίπλα ακριβώς: ειμαρμένη, μετοχή παθητικού παρακειμένου (εἵμαρμαι) τουρήματος μείρομαι (παίρνω το μερίδιό μου). Οι μοίρες έκλωθαν το νήμα του πεπρωμένου.
Κάτι τέτοια γράφουν τα λεξικά και έχουμε καταντήσει για ευκολία να μιλάμε –και όχι μόνο να γράφουμε- Γκρίκλις! Εύκολα πάντως τα κλείνεις όλα τα κιτάπια και μένεις σ’ αυτό που είναι εύκολο να καταλάβεις. Λες ένα κάρμα και καθάρισες.
Όμως το «κάρμα» προϋποθέτει ότι κουβαλάς κάτι από πριν, από μια προηγούμενη ζωή. Έκανες τότε μια βλακεία; Θα την πληρώσεις τώρα. Και επειδή θα σου βγει το λάδι, στην επόμενη ζωή θα την περνάς ζωή και κότα και κατά πάσα πιθανότητα θα ξανακάνεις τότε την βλακεία [βλέπετε συνήθως βλακείες κάνουν αυτοί που τα έχουν όλα]. Το σύστημα αυτό από κάπου μπάζει.
Οι δικοί μας το έλεγαν λίγο διαφορετικά. Όταν το παιδί γεννιόταν, οι μοίρες έκλωθαν το νήμα της ζωής του. Άδικο μεν, ποιο σωστό όμως. Αν για παράδειγμα κάποιο μωρό έχει στο DNA του στοιχεία που οι μοίρες μπορούσαν να διαβάσουν, σχετικά εύκολα προσδιόριζαν τον δρόμο που θα έπαιρνε.
Σ’ αυτήν την περίπτωση όμως δεν υπάρχει προϊστορία. Η ιστορία ξεκινάει να γράφεται σαν τάσεις από την στιγμή της γέννησης και οι επιρροές που το άτομο δέχεται έχουν να κάνουν με τις προδιαγραφές της οικογένειάς του αλλά και του τρόπου που εκπαιδεύεται.
Αν θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε λίγο αυτές τις έννοιες αρκεί να θυμόμαστε πως: Το Πεπρωμένο έχει να κάνει με νόμους που αφορούν τον άνθρωπο και την δράση του μέσα στην δημιουργία, ενώ το Μοιραίο έχει να κάνει με την δράση Συμπαντικών πνευματικών δυνάμεων. Υπάρχει και η λεγόμενη Θεία Πρόνοια που αφορά την δράση των θείων Δυνάμεων, αλλά αυτήν ας την αφήσουμε απέξω.
Και εδώ έρχεται μια σχετικά καινούργια έννοια, αυτή του μοτίβου, που πιάνει τον άνθρωπο λίγο πριν εμφανιστεί στην ζωή για τον καθημερινό του αγώνα. Σύμφωνα μ’ αυτήν την άποψη, ο άνθρωπος ξεκινάει σαν σπινθήρας μιας κάποιας γκάμας ιδιοτήτων που δεν αποτελεί μέτρο ποιότητας αλλά τρόπου μελλοντικής δράσης.
Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα. Το πιο απλό μοτίβο [θα μπορούσαμε να το πούμε και «πρόγραμμα ζωής»] που υπάρχει στην διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου είναι αυτό που έχει δύο ορόσημα και μια διαδικασία. Τα ορόσημα [γνωστά και σαν milestones] είναι η γέννηση και ο θάνατος και η διαδικασία, αυτή της ζωής. Το μοτίβο αυτό είναι πολύ διαδεδομένο και πολλοί είναι αυτοί που το επιλέγουν. Όμως αυτό το μοτίβο μπορεί να γίνει πιο πλούσιο και να συμπεριληφθούν και άλλα ορόσημα και βέβαια και άλλες πιο καθοριστικές διαδικασίες.
Όλα αυτά τα πακέτα ΔΕΝ χαρακτηρίζονται από ντετερμινιστικές καταστάσεις. Όχι, τα πάντα λειτουργούν στο επίπεδο των δυνατοτήτων και γενικά μια κάποια ρευστότητα τα χαρακτηρίζει, δεν μπορώ να πω. Όμως υπάρχει η δυνατότητα επιλογής στο στάδιο πριν την αρχή. Το θείο κύτταρο που αποφάσισε να κατέβει [ή και υποχρεώθηκε να κατέβει], προέρχεται από κάποιον τομέα της εκεί δημιουργίας με τις ιδιαιτερότητες του. Είναι λοιπόν φυσικό να έλξει στην διαδικασία της επιλογής και κάποιο αντίστοιχο μοτίβο.
Και εδώ είναι που οι μοίρες μπαίνουν στο παιχνίδι. Είναι αυτές που διαβάζουν την επιλογή και ετοιμάζουν τις βαλίτσες. Και οι που@#$ες κάνουν λάθη. Είσαι Πανάθας και σου δίνουν κόκκινο πουλόβερ ή γαύρος και σου δίνουν τόσο πράσινο που διερωτάσαι αν σε πέρασαν για μέλισσα.
Όμως το μοτίβο εσύ είσαι που το διάλεξες. Γι αυτό και κάποια πράγματα δεν σου κάθονται ενώ κάθονται στον αδελφό σου. Γι’ αυτό και βλέπεις τα διάφορα ορόσημα με διαφορετική ματιά και βιώνεις τις διαδικασίες με διαφορετικό τρόπο.
Θα έλεγε κάποιος: Και λοιπόν; Δεν υπάρχει λοιπόν, υπάρχει μια υποβόσκουσα κατάσταση που την χαρακτηρίζει η αίσθηση της ευτυχίας. Είσαι πάνω στο μοτίβο σου; Νοιώθεις μια εσωτερική ευτυχία. Δεν είσαι; Όλα πάνε κατά διαόλου.
Και το μεγάλο μας πρόβλημα είναι το να καταλάβουμε πιο μοτίβο διαλέξαμε. Συνήθως την πατάμε. Είμαστε σαν τους αθλητές που κάνουν προπόνηση. Ξεσκίζονται να γίνουν για παράδειγμα καλοί σκιέρ. Και όταν φτάσει η ώρα, παίρνουν την βαλίτσα με τ’ αθλητικά τους και ανεβαίνουν στο βουνό. Κι εκεί αφού απολαύσουν για λίγο το τοπίο ανοίγουν την τσάντα για να φορέσουν τα γάντια, την φόρμα και τις μπότες του σκι. Και η βαλίτσα μέσα έχει μαγιό και βατραχοπέδιλα! Άντε να κάνεις σκι τσουλώντας τις πλαγιές με βατραχοπέδιλα!
Αυτό επομένως που χρειάζεται είναι από την αρχή να κοιτάξουμε την βαλίτσα μας. Και αν δεν ξέρουμε πως, καλύτερα να μάθουμε. Η διαδικασία αυτής της γνώσης είναι η αυτογνωσία, το γνώθι σ’ αυτόν. Όχι όμως με προσέγγιση που να καθορίζεται από εξωτερικούς παράγοντες. Όχι! Τα πραγματικά στοιχεία της προσωπικότητάς μας είναι αυτά που θα μας οδηγήσουν στις σωστές αποφάσεις, και όχι τα πλαστά ή επίπλαστα που έχουν φροντίσει τόσοι και τόσοι να μας φορτώσουν.
Η βαλίτσα θα μας δείξει πολλές λεπτομέρειες απ’ το μοτίβο που διαλέξαμε και αν δεν είμαστε στους άτυχους που οι τρεις παλιόγριες [κατ’ ιδίαν λέω γι’ αυτές τα καλύτερα λόγια –και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ] κάνουν εσκεμμένα λάθος, το κουβάρι που μας δίνουν ανταποκρίνεται στην γήινη πορεία του μοτίβου μας.
Δεν έχει καμία σχέση με το κάρμα και προηγούμενες ζωές, δεν έχει τίποτα το προκαθορισμένο. Στο φινάλε εμείς διαλέξαμε αυτόν τον δρόμο, ας προσέχαμε!