Skip to content

Γελάσαμε με το αστείο! Και σε τι διαφέρει το δικό μου «Εγώ Ειμί» από το δικό σου «Εσύ Είσαι»;

Έλα μου ντε; Όμως δεν σας έχει τύχει να σας παίρνουν στο τηλέφωνο και όταν ρωτάτε «Ποιος είναι» να σας απαντάει ο άλλος: «Δεν με κατάλαβες»; Και όταν ο άλλος έχει μια τέτοια απαίτηση, ένα είναι σίγουρο, ξέρετε πολύ καλά ποιος είναι. Και γιατί γίνεται αυτό; Γιατί απλούστατα τόσο ο τρόπος που σας μιλάει, η χροιά της φωνής του, αλλά κι αυτό που σας λέει, τον ταυτοποιούν. Και αυτό είναι το καλό στην ιστορία μας.  

Υπάρχει όμως ένα κακό. Στην πόρτα του επέκεινα πηγαίνουμε χωρίς υλικό σώμα, επομένως η χροιά της φωνής, ο τρόπος που θα μιλάμε κι όλα τα παρόμοια φαντεζί –για παράδειγμα το ξύλο της κάσας, η μάρκα της νεκροφόρας, κλπ.-, ΔΕΝ δίνουν καμιά πληροφορία γιατί απλά δεν τα κουβαλάμε μαζί μας!

Φανταστείτε λέει τα στοιχεία που κουβαλάτε να έδιναν πληροφορίες και να μπορούσατε να μιλάτε σαν τον Χατζηχρήστο! Σε ρωτάνε ποιος είσαι και τους λες καθαρά και με την αντίστοιχη προφορά (κάτι δηλαδή σαν Ζήκος για τους λάτρεις του Ελληνικού σινεμά) «Εγώ Ειμί». Και απαντάει ο από μέσα: Ήρθε πάλι ο Χατζηχρήστος; 

Όμως ευτυχώς για την δημιουργία αυτό δεν γίνεται. Τελείωσες με τα γήινα; Πολύ ωραία, περάστε από το ταμείο και ό,τι δεν είναι δικό σας παρακαλώ να επιστραφεί. Μπαίνεις ντυμένος και βγαίνεις τσίτσιδος!

Αυτή είναι η αλήθεια της ζωής. Γι’ αυτό στις νεκρώσιμες ακολουθίες αναρωτιέται ο παππάς για το ποιος είναι πλούσιος και ποιος φτωχός και κάποιοι παλιοί έλεγαν πως τα σάβανα δεν έχουν τσέπες. Τα σάβανα δεν έχουν τίποτα. Και οι αγγελοδιάβολοι –σύμπτυξη των όρων άγγελοι ΚΑΙ διάβολοι-, δεν σε αφήνουν ούτε στα χέρια σου να κρατάς τίποτα. Ό,τι έχεις καταφέρει να κάνεις ν’ ανθίσει στην καρδιά που κουβαλάει εκείνο το σώμα που παίρνει τον ανηφορικό δρόμο για το επέκεινα, είναι αυτό που παίρνεις μαζί σου. 

Κοινώς ό,τι πλαστό και κάλπικο έχουμε υιοθετήσει στην ζωή μας, το αφήνουμε πίσω. 

Ο λόγος είναι απλός. Κάθε άνθρωπος έχει την δική του προσωπικότητα, που οφείλεται στο νόμο της ανομοιότητας, ο οποίος διέπει τη φύση. Η καταστρατήγηση αυτού του νόμου, δεν μπορεί παρά να επιφέρει και την τιμωρία που προβλέπεται. Και επειδή στην ζωή του ο άνθρωπος το μόνο που κάνει είναι να υιοθετεί τον τρόπο συμπεριφοράς των άλλων, πρέπει κάποια στιγμή αυτό να το αλλάξει.

Μια χαρά δηλαδή ξεκινάμε αλλά στραβώνουμε στην πορεία. Και μετά απλά τρέχουμε και δεν προλαβαίνουμε.

Και θα ρωτήσει ο αφελής: Τί πειράζει;

Για να αστειευτώ είναι θέμα συνωστισμού. Τί αξία έχει μια βιβλιοθήκη αν έχει τρεις χιλιάδες τόμους απ’ το ίδιο βιβλίο; Δεν είναι βιβλιοθήκη, είναι αποθήκη χαρτιού. Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα όμοια βιβλία τα στέλνουν για ανακύκλωση. 

Κι αυτό ακριβώς γίνεται και για τ’ ανθρώπινα αντίγραφα. Στέλνονται για ανακύκλωση. Το σώμα στο σώμα και τα υπόλοιπα στις αντίστοιχες αποθήκες. Μόνο που εκεί επειδή ήδη υπάρχει καταγεγραμμένη η πληροφορία, απλά γίνονται ένας αριθμός που προστίθεται στο σύνολο για λόγους στατιστικής.

Και τί πρέπει δηλαδή να κάνουμε γιατί κάπως ανατρίχιασα μ’ αυτά που διαβάζω;

Λοιπόν: Κάθε άνθρωπος μπορεί να βεβαιώσει την πραγματική του προσωπικότητα, αφού απαλλάξει τις έμφυτες δυναμικές ιδιότητές του από κάθε δοξασία, θεωρία, αντίληψη ή γνώμη, που’ ναι ασυμβίβαστη με την κρίση και τη συνείδησή του. Επίσης οφείλει ν’ απαλλαγεί από κάθε διανοητική ή ηθική πρόληψη.

Για να βεβαιώσει την προσωπικότητα του ο άνθρωπος, οφείλει ν’ αποβάλλει τις κακίες, τα πάθη και τα ελαττώματά του, ν’ απελευθερωθεί απ’ όλες τις συνθήκες, ήθη και έθιμα, που μπορούν να υποδουλώσουν την έκφραση της σκέψης του, να ενισχύσει την ενεργητικότητα του πνεύματος, της ψυχής και του σώματος του και να τολμά να εκφράζει αδίστακτα και σε κάθε περίσταση τις ιδιαίτερες σκέψεις του για την αλήθεια, το καλό και την ηθική.

Η διαδικασία αυτή είναι επώδυνη. Θυμίζει αποκοπές και είναι αποκοπές απ’ όλα τα ψεύτικα αλλά οι αποκοπές πρέπει να είναι μόνιμες. Δεν αποκόπτουμε τον εαυτό μας από μια κατάσταση για να τον κολλήσουμε σε μια άλλη –κάτι που γίνεται κατά κόρο. Λέμε: Είδα το φως το αληθινό! Μου αποκαλύφθηκε η αλήθεια! Δηλαδή; Ήμουνα κολλημένος σε μια άποψη και τώρα κόλλησα σε μια άλλη.

Και επειδή αυτή η άλλη μου φαίνεται σαν παντοτινά αληθινή, λέμε με αυταρέσκεια: Εγώ έχω μια αληθινή προσωπικότητα. Μην βιάζεσαι! Όλοι νομίζουν πως έχουν αληθινή προσωπικότητα. Άλλο όμως τι νομίζουν κι άλλο η αλήθεια. 

Δεν είναι ο σκοπός μου να μιλήσω για ποια πρέπει να είναι η τελική εικόνα. Δεν την ξέρω. Αυτό που λέω περιγράφει αυτό που δεν μπορεί να είναι η τελική εικόνα. Και ναι μεν το σύνθημα για να σε κοιτάξει ο μπράβος της πόρτας είναι μάλλον γνωστό, αλλά δεν είναι καθόλου γνωστό το που σε στέλνει στην συνέχεια. 

Λες το όνομά σου; Ούτε που σε κοιτάει. Λέει: Αυτός δεν κατάλαβε τίποτα. Του λες: Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Τότε είναι που πατάει το κουμπί και βρίσκεσαι στην μηχανή πολτοποίησης. Αν τύχει και πεις, ΕΓΩ ΕΙΜΙ, σε κοιτάει περίεργα και σε στέλνει παραμέσα. Όμως παίζει ρόλο πως το λες το γαμη@#νο το σύνθημα. Για παράδειγμα αν είσαι Γαύρος και δηλώνεις Πανάθας, οι καθαροί σε καταλαβαίνουν με την μία. Οι εντεταλμένοι του Γιαραμπή λέτε να κάνουν λάθος;

Όταν λοιπόν αποφασίσετε να μετρηθείτε και να δείτε αν πραγματικά έχετε τα προσόντα, ένα πράγμα μόνο πρέπει να κάνετε: Να σταθείτε από την σωστή μεριά του τραπεζιού, μην την πάθετε σαν τον Εγγλέζο στην Σκωτία.

ΥΓ. Γι αυτούς που δεν ξέρουν το σχετικό ανέκδοτο, το παραθέτω αν και είναι σόκιν. Ένας Άγγλος, πολύ νωρίς το απόγευμα καταφεύγει σε μια παμπ στην Σκωτία για να πιει μια μπύρα. Εκεί, εκτός του μπάρμαν δεν είναι κανένας άλλος.
“Τι κάνετε εδώ για να περνάτε την ώρα σας;” ρωτάει τον μπάρμαν
“Τις βγάζουμε και τις μετράμε!” του είπε αυτός.
“Πώς δηλαδή;” ρώτησε ο Εγγλέζος.
“Τις ακουμπάμε στο τραπέζι και βάζουμε μια χαρακιά στην άκρη. Έτσι ξέρουμε το αποτέλεσμα”.
Ο Εγγλέζος κοιτάει το τραπέζι και βλέπει διάφορες χαρακιές αλλά η απόσταση του φάνηκε μικρή.
“Μπορώ;” ρώτησε τον μπάρμαν.
“Και βέβαια”, του απάντησε ο μπάρμαν.
Ο Εγγλέζος έκανε αυτό που κατάλαβε και βλέποντας το αποτέλεσμα γύρισε και είπε στον μπάρμαν:
“Σαν να έρχομαι πρώτος στην καταμέτρηση”.
“Μπα, απλά στέκεσαι στην λάθος μεριά του τραπεζιού!”