Ναι, για τον θάνατο και πάψε να φτύνεις τον κόρφο σου! Και επειδή όλοι από εκεί θα περάσουμε, ας το πάρουμε απ’ την αρχή στα σοβαρά γιατί όσο και να φτύνεστε το μόνο που κάνετε είναι να υγραίνεται τα ρούχα σας.
Το πρώτο που πρέπει να παραδεχθούμε είναι ότι όλο το κλάμα και ο σπαραγμός –πλην ελαχίστων περιπτώσεων-, έχει να κάνει με τους ζωντανούς που μένουν πίσω κι όχι μ’ αυτόν που φεύγει. Κάτι τα συναισθηματικά, κάτι τα οικονομικά, κάτι το άγνωστο για την καινούργια μορφή της ζωής που ξεκινάει αυτός που μένει πίσω, κάνει τους περισσότερους να είναι ανήσυχοι και να ξεσπάνε σε κλάματα και οδυρμούς. Οι πολλοί κλαίνε από συνήθεια. ΟΛΟΙ κλαίνε από άγνοια.
Ας αφήσουμε όμως αυτά που πρέπει να γίνονται απ’ την μεριά των ζωντανών και ας δούμε –σχήμα λόγου-, τι γίνεται μ’ αυτόν που την κάνει, γιατί κάτι «καλό παράδεισο» και κάτι «καλό ταξίδι», είναι λόγια κενού περιεχομένου και φέρνουν παρηγοριά μόνο σε μας που τα λέμε. Άστε που δημιουργούν άλλοθι για να συνεχίσουμε να ζούμε όπως ζούμε. Αυτοί τώρα που λένε πως δεν πιστεύουν σε τίποτα, λένε ό,τι τους κατεβαίνει. Την τελευταία τους στιγμή είναι οι πιο φοβισμένοι –λογικό αφού ποτέ τους δεν αναρωτήθηκαν για το παραμικρό.
Αν έχετε διάθεση να γελάσετε αναζητήστε το βιντεάκι μ’ εκείνον που έβριζε την Παναγία και ξαφνικά έγινε σεισμός. Από το Γ%$ώ την Παναγία σου, πέρασε στο Βοήθα Παναγία μου, ασκαρδαμυκτί.
Τον νεκρό τώρα κανένας Άγγελος δεν τον περιμένει στην πόρτα για να τον πάει παρακάτω. Εκτός κι αν πιστεύετε ότι οι άγγελοι διατίθενται για όλους, καλούς και κακούς, εγκληματίες και βιαστές και ας μείνω εδώ. Αν θεωρείτε ότι κάποιους από όλους τους περιμένει κάποιος διαβολάκος για να τους πάει στην κόλαση, τότε θα πρέπει να υπάρχει κάποιο στάδιο που ο πεθαμένος κρίνεται και ανάλογα με την απόφαση ακολουθεί και το εισιτήριο που του δίνουν. Κι αυτό μου ακούγεται πιο λογικό.
Και αυτός ο γενικά άγνωστος χρονικός ορίζοντας είναι που πρέπει να μας ενδιαφέρει.
Σας αναφέρω παρακάτω έναν Ορφικό Ύμνο, ναι Ορφικό, καλά διαβάσατε. Τον έχουν γράψει αυτοί που ανάλογα τα κέφια μας άλλοτε λέμε ότι είναι οι πρόγονοί μας –αν αυτό μας συμφέρει-, και άλλοτε –τις περισσότερες-, τους γράφουμε στα παλιά μας τα παπούτσια.
«Θα βρεις αριστερά στο δώμα του Άδη μια κρήνη και δίπλα της να στέκει λευκό κυπαρίσσι. Σε αυτή την κρήνη μην τυχόν και πλησιάσεις. Θα βρεις και μια άλλη, που τρέχει ψυχρό ύδωρ από την λίμνη της Μνημοσύνης. Μπροστά της υπάρχουν φύλακες. Να πεις : ”Της Γαίας είμαι παις και του έναστρου Ουρανού, το γένος μου ουράνιο. Αυτό το ξέρετε κι εσείς. Έχω στεγνώσει από την δίψα, χάνομαι. Μόνο δώστε μου τώρα ψυχρό ύδωρ, που κυλάει από την λίμνη της Μνημοσύνης” . Κι αυτοί θα σου δώσουν να πιείς από την θεϊκή κρήνη και από τότε και μετά θα θρονιαστείς μαζί με άλλους ήρωες.
Eὑρήσσεις δ᾽ Ἀίδαο δόμων ἐπ᾽ ἀριστερὰ κρήνην, παρ᾽ δ᾽ αὐτῆι λευκὴν ἑστηκυῖαν κυπάρισσον· ταύτης τῆς κρήνης μηδὲ σχεδὸν ἐμπελάσειας. εὑρήσεις δ᾽ ἑτέραν, τῆς Μνημοσύνης ἀπὸ λίμνης ψυχρὸν ὕδωρ προρέον· φύλακες δ᾽ ἐπίπροσθεν ἔασιν. εἰπεῖν· ”Γῆς παῖς εἰμι καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος, αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον· τόδε δ᾽ ἴστε καὶ αὐτοί· δίψηι δ᾽ εἰμ(ὶ) αὔη καὶ ἀπόλλυμαι· ἀλλὰ δότ᾽ αἶψα ψυχρὸν ὕδωρ προρέον τῆς Μνημοσύνης ἀπὸ λίμνης”. καὐτοί σοι δώσουσι πιεῖν θείης ἀπὸ κρήνης, καὶ τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἄλλοισι μεθ᾽ ἡρώεσσι ἀνάξεις.
Συνδυάστε αυτό με το πολύ γνωστό «Αιωνία του η μνήμη» που οι παπάδες λένε και ξαναλένε και που το μόνο που δεν σημαίνει είναι οι ζωντανοί να μην τον ξεχάσουν. Αυτοί θα τον ξεχάσουν ούτως ή άλλως. Αυτό που λέει η ευχή είναι ο νεκρός να διατηρήσει την μνήμη του. Το γιατί το έχουμε πει παλιότερα.
Υπάρχουν πολλά ερωτήματα που προκύπτουν που οι περισσότεροι τ’ αντιμετωπίζουν με χλεύη. Η δικαιολογία που επικρατεί είναι ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα ν’ ασχοληθεί κάποιος μαζί τους. Και όπως έλεγε και ο κωμικός τραγουδιστής, πάνω στην καλύτερη στιγμή, κρακ η καρδιά και πάει καλιά του [και για τους μη γνωρίζοντες την έκφραση, αντιγράφω: Καλιά μου= Πεθαίνω, χάνομαι, αποδημώ εις Κύριον. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η λέξη «καλιά» αρχικά σήμαινε τη φωλιά των πτηνών, αλλά αργότερα επικράτησε στη φράση τούτη, λειτουργώντας ως ευφημισμός σε περιπτώσεις που θα θέλαμε να πούμε με τρόπο ότι κάποιος «έφυγε» από τον μάταιο τούτο κόσμο, ότι επέστρεψε «στο σπίτι του», δηλαδή]..
Μπορούμε όμως να συνοψίσουμε το θέμα στις παρακάτω ερωτήσεις: Τεχνικά, τί πρέπει να κάνει ο μέσος άνθρωπος προκειμένου να αποφύγει κατά το δυνατό τόσα βάσανα και λάθη μετά τον φυσικό του θάνατο; Πώς μπορούν οι άλλοι να βοηθήσουν αυτόν που πεθαίνει κι αυτούς που έχουν πρόσφατα πεθάνει; Ποιες είναι οι προετοιμασίες ενός οπαδού του εσωτερισμού;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι πως η καλύτερη προετοιμασία για τον θάνατο είναι μια ΚΑΛΑ ΞΟΔΕΜΕΝΗ ΖΩΗ, όπως έγραφε στα κείμενά του και ο Sadhu. Το καλό παράγει καλό και σ΄ αυτήν την περίπτωση ίσως εμφανιστεί κάποιος καλοπροαίρετος ενδιάμεσος να μας βοηθήσει για το επέκεινα ταξίδι.
Για την Τρίτη ερώτηση σας συνιστώ να βρείτε κάποιον οπαδό του εσωτερισμού και να τον ρωτήσετε. Κάτι θα ξέρει παραπάνω από εμένα.
Μένω στην δεύτερη ερώτηση κι όποιος θέλει αυτά που θα γράψω ας τα αντιπαραθέσει με τις συνήθειες που ήταν πολύ διαδεδομένες σ’ αυτούς που ζούσαν στην επαρχία. Οι περισσότερες από αυτές έχουν μια μακραίωνη ιστορία, καθόλου ευκαταφρόνητη. Είναι γνωστό εξάλλου πως η νεκρώσιμη ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας κρατάει σε μεγάλο βαθμό τους παλιούς τύπους κι αυτό το καταγράφει κάποιος που δεν τα πάει και πολύ καλά με την «οποιαδήποτε» εκκλησία. Όμως ο εσωτερικός χριστιανισμός διασώθηκε σε κάποια απομακρυσμένα μοναστήρια της μακρινής Ρωσίας που οι δυτικοί καλόγεροι δεν έφταναν για να αλλοιώσουν τα πρωτότυπα κείμενα.
Ας δούμε λοιπόν μερικές συνήθειες: Το πρώτο είναι να επικρατήσει ησυχία και ηρεμία. Χαμηλή μουσική απ’ αυτήν που άρεσε στον μακαρίτη. Επίσης καλό είναι να υπάρχουν λουλούδια πάλι από αυτά που του άρεσαν. Οι μυρωδιές στην πρώτη φάση διαχωρισμού του σώματος είναι σημαντικές. Αναρωτηθείτε: Μήπως αυτός είναι ο λόγος των στεφανιών και όχι τα δακρύβρεχτα μηνύματα που τυπωμένα σε κορδέλες τα συνοδεύουν;
Πάψτε να φτύνεται τον κόρφο σας. Σας βλέπω. Αν δεν σας αρέσουν αυτά που γράφω, διαβάστε κάτι άλλο.
Συνεχίζω. Το κατεβώδιο να είναι ειλικρινές. Έστω κι αυτήν την στιγμή ας αποδεχθούμε τις ιδιαιτερότητες του μεταστάντος. Αυτός θα λογοδοτήσει κι όχι εμείς. Άσε που δε χρειάζεται ό,τι δεν του σύραμε σ’ όλη του την ζωή να του τα σύρουμε τώρα. Δεν μας ακούει. Άντε στην καλύτερη να φτάνει μια αύρα σ’ αυτόν που να μην είναι και πολύ ευνοϊκή.
Το ότι τον φορτώνουμε στο κοράκι για τα περαιτέρω, ειλικρινά δεν μπορώ να πω τίποτα. Καμιά φορά είναι καλύτερο από το να τον κλαίμε στο σπίτι. Εκεί, αραχτός στο ψυγείο ίσως να έχει την δυνατότητα να χαλαρώσει καλύτερα. Και με αυτό εννοώ, ο ζωικός του δυναμισμός να καταλάβει ότι μπορεί να απομακρυνθεί από το σώμα και ν’ αρχίσει να συνηθίζει στην ιδέα του περαιτέρω ταξιδιού.
Θα μου πείτε, εδώ που φτάσαμε, τόσο οι συνθήκες της ζωής όσο και οι δυνατότητές μας, λίγα μπορούν να προσφέρουν και έχετε απόλυτο δίκιο. Όμως όλο αυτό το σερσελέ που συνοδεύει μια κηδεία, μήπως θα πρέπει να σταματήσει; Μήπως οι απλές κηδείες που έχουν υιοθετηθεί από κάποιους «απολίτιστους» ευρωπαίους, είναι το ζητούμενο; Η γνώμη μου είναι αυτή, εσείς ούτως ή άλλως θα κάνετε αυτό που σας λέει είτε η μάννα σας είτε η πεθερά σας.
Και πέρασε η πρώτη ημέρα, πέρασε η δεύτερη και ήρθε η Τρίτη. Η πρώτη ευχή ήρθε η ώρα να κατατεθεί. Κάποιος λόγος υπάρχει γι’ αυτό το γαμ… τριήμερο. Τώρα πως γίνεται και οι τρεις ημέρες μερικές φορές είτε να αυξάνονται είτε να ελαττώνονται – για παράδειγμα στην περίπτωση του Ιησού, είναι από την Πέμπτη μέχρι το Σάββατο-, δεν το έχω καταλάβει. Το ίδιο γίνεται βέβαια και για τους απλούς ανθρώπους αρκεί η ημέρα να μην συμπέσει με κανένα Σαββατοκύριακο. Το τριήμερο έχει να κάνει όπως φαίνεται με εργάσιμες ημέρες, οι ψυχές βλέπετε πρέπει να συμπληρώσουν διάφορα έντυπα και τις αργίες οι αρμόδιοι άγγελοι κάνουν τις διακοπές τους.
Για τα σαράντα δεν σας λέω τίποτα! Ποιος τα θυμάται άλλωστε! Και μεταξύ μας καλύτερα να τα ξεχνάμε παρά να ξανακάνουμε το ίδιο λάθος και με τις πράξεις μας να εκπέμπουμε δονήσεις που στον επέκεινα χώρο προξενούν ταραχή. Γιατί στην ουσία αυτό κάνουμε. Χρησιμοποιούμε την ισχύ που έχουμε σαν έμβια όντα και ταράζουμε τον άλλο κόσμο.
Η διαδικασία όμως του θανάτου δεν τελειώνει έτσι εύκολα. Αντιγράφω από παλιότερη ανάρτησή μου: Και ο θάνατος και ο Άδης ρίχθηκαν στη λίμνη της φωτιάς· αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος. Και όποιος δεν βρέθηκε γραμμένος στο βιβλίο της ζωής, ρίχθηκε στη λίμνη της φωτιάς (Αποκάλυψη 20:11-15).
Ο φουκαράς δηλαδή ο μεταστάς έχει μπροστά του μια σκληρή διαδικασία και εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να λέμε είτε το πόσο καλός σύζυγος ήταν –άλλο εννοούμε-, ή το πόσο μπερμπάντης. Για τις κυρίες κάτι αντίστοιχο.
Το ερώτημα και μ’ αυτό κλείνω: Μπορούμε να κάνουμε κάτι σαν ζωντανοί γι’ αυτόν που έφυγε για να βοηθηθεί στην τελική δοκιμασία; Θα έλεγα με το χέρι στην καρδιά πως τίποτα απολύτως δεν μπορούμε να κάνουμε που να είναι ικανό ν’ αλλάξει το αποτέλεσμα. Ίσως μια σωστή προσευχή για να τον βοηθήσει να ηρεμήσει να είναι ότι καλύτερο μπορούμε να του προσφέρουμε, μια προσευχή όμως ΣΩΣΤΗ και όχι από αυτές τις μεγαλοσχήμονες με τις βαθιές υποκλίσεις και τα ατελείωτα «Κυριελέησον». Ο κύριος δεν ελεεί τους ανόητους.
ΥΓ. Σε όλο μου το άρθρο αναφερόμουνα στους μεταστάντες σαν να είναι άντρες. Τυχαίο; Μάλλον κατά βάθος πιστεύω πως οι γυναίκες έχουν τον δικό τους θεό.