Ο Άρθουρ Καίσλερ είχε περιγράψει σ’ ένα από τα βιβλία του μια εγχείρηση εγκεφάλου που είχε παρακολουθήσει καθώς και κάποιο μικρό πείραμα που έγινε κατά την διάρκειά της. Όταν ακουμπούσε ο γιατρός κάποιο κέντρο κίνησης στον εγκέφαλο του ασθενή, αυτός σήκωνε το χέρι του. Του ζητήθηκε να μην το κάνει αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Κάθε φορά που ο γιατρός ακουμπούσε το συγκεκριμένο κέντρο, ο ασθενής σήκωνε το χέρι του. Στην επιμονή του γιατρού ο ασθενής έκανε το εξής απίθανο. Άρπαξε το χέρι που πήγαινε να σηκωθεί με το άλλο του χέρι σε μια προσπάθεια να το ακινητοποιήσει.
Και ο συγγραφέας αναρωτήθηκε: Ποιός έδωσε αυτήν την εντολή; Και απάντησε πάλι ο ίδιος: Το φάντασμα που κατοικεί μέσα στην ανθρώπινη μηχανή.
Αυτό το φάντασμα λοιπόν είναι που όταν ρωτάτε κάποιον για το τι έχει, σας λέει στις ενενήντα πέντε από τις εκατό φορές: Πονάει το κεφάλι ΜΟΥ, πονάει το χέρι ΜΟΥ. Δεν λέει: Πονάω στο κεφάλι, πονάω στο χέρι. Υπάρχει δηλαδή μια απάντηση κτητική και όχι μόνο προσδιορισμού του σημείου του πόνου.
Ποιός είναι αυτός λοιπόν που βρίσκεται έξω από το χέρι, έξω από κεφάλι και τα θεωρεί δικά του; Κανένας. Αυτά είναι βλακείες, θα μου πείτε. Μάθαμε να τα λέμε έτσι. Μπορεί. Μπορεί όμως να είναι και το φάντασμα της ανθρώπινης μηχανής που μιλάει μέσα από το στόμα μας.
Ένας πάντως τρόπος ν’ αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε τι γίνεται είναι αν σκεφτούμε λίγο τι συμβαίνει σ’ αυτούς που για διάφορους λόγους χάνουν κάποια από τα όργανα ή τα μέλη τους. Ή τι συμβαίνει σ’ αυτούς που παίρνουν κάποιο ξένο όργανο για να μπορέσουν να συνεχίσουν να ζουν. Πάντως για το ότι δεν είμαστε ένα ενιαίο σύνολο δεν νομίζω να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Άνθρωποι ζουν χωρίς διάφορα όργανα ή και μέλη του σώματός τους. Αυτό και μόνο υποδηλώνει πως το σύνολο που ονομάζουμε «άνθρωπος» δεν είναι καθορισμένο με αυστηρό τρόπο.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, είμαστε συμβιωτικά πλάσματα. Δηλαδή;
Για να καταλάβετε τουλάχιστον τι θέλω να πω, ας πάρουμε την γενική έννοια για το μεγάλο σύνολο των «οικογενειών». Για να αποτελέσει μια συνάθροιση ανθρώπων μια «οικογένεια» -κυριολεκτώ- πρέπει τα μέλη της να συνδέονται με μια ιδιαίτερη σχέση. Η ιδιαίτερη αυτή σχέση χαρακτηρίζεται από μια επιπλέον συνείδηση, μια επισυνείδηση δηλαδή, που είναι πάνω από την συνείδηση των μελών σαν ανεξάρτητων μονάδων και είναι αυτή που τα εντάσσει στο καινούργιο σύνολο.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται διάφορα σύνολα που συνδυαζόμενα μεταξύ τους δημιουργούν μεγαλύτερα σύνολα με επισυνείδηση υψηλότερης μορφής. Τα κύτταρα δημιουργούν ομάδες κυττάρων –πρώτο επίπεδο συνείδησης-, αυτές δημιουργούν όργανα –δεύτερο επίπεδο συνείδησης- και τα όργανα με την σειρά τους ατομικοποιημένες ανθρώπινες μονάδες. Ούτε λίγο δηλαδή ούτε πολύ σαν άνθρωποι βρισκόμαστε δύο συνειδήσεις επάνω από αυτήν των κυττάρων που μας αποτελούν.
Το επίπεδο λειτουργίας του πρώτου επιπέδου είναι το γνωστό «fight or flight», ελληνικά «πάλεψε ή φεύγα τρέχοντας». Τα κύτταρα έτσι λειτουργούν. Στο δεύτερο επίπεδο συνείδησης η αρχή αυτή τροποποιείται και προστίθενται και άλλα στοιχεία και ούτω καθεξής.
Με απλά λόγια είμαστε αυτή η επισυνείδηση της τρίτης κατηγορίας. Και παρακαλώ προσέξτε! Οι επισυνειδήσεις αυτές δεν έχουν να κάνουν με το υποσυνείδητο και το ασυνείδητο –άλλες παρεξηγημένες έννοιες αυτές. Εδώ να πω μόνο πως για παράδειγμα το ασυνείδητο και ότι περικλείει σαν λειτουργία, δεν είναι καθόλου «ασυνείδητες λειτουργίες» για το επίπεδό τους. Ασυνείδητες είναι για κάποιο παραπάνω επίπεδο που απλά ψυχανεμίζεται την λειτουργία τους. Καλώς ήρθατε στην λογική του φαντάσματος της ανθρώπινης μηχανής, του περίφημου κατά πολλούς Εαυτού.
Εύλογα θα ρωτήσει κάποιος: Τελικά είμαστε γραμμικά ή κβαντικά όντα; Γιατί αν από την μια είμαστε συμβιωτικά πλάσματα που κινούνται σε μια γραμμική πραγματικότητα, και από την άλλη θέλουμε να πιστεύουμε σε μια κβαντική συνέχεια, δεν χάνουμε την ουσία της ζωής;
Ανάλογα την γωνία από την οποία στεκόμαστε. Η μια εικόνα είναι πως η ζωή είναι ένα παιχνίδι που κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν αξίζει να του δίνεις μεγαλύτερη αξία και επομένως ζήσε όσο καλύτερα μπορείς και όταν πεθάνεις πέθανες. Η άλλη λέει πως ακριβώς επειδή η ζωή είναι αυτό το σύνθετο παιχνίδι μιας κβαντικής ιδέας στην γραμμική πραγματικότητα του τώρα, αξίζει να την καταλάβουμε και ν’ αλλάξουμε τους κανόνες που έχουν θεσπιστεί τόσα χρόνια από ανίδεους ώστε να κερδίσουμε τον σκοπό της ύπαρξης.
Διαλέγετε και παίρνετε! Για ένα είμαι σίγουρος. Δεν είμαστε ύλη, δεν είμαστε ψυχή, δεν είμαστε πνεύμα. Αυτές τις τρεις αρχές τις δανειζόμαστε από την αποθήκη της δημιουργίας, τις χρησιμοποιούμε συνδυάζοντάς τες και σαν σύνολο ανώτερης σύνθεσης είμαστε η συνείδησή τους για όσο χρόνο καταφέρουμε να τις έχουμε μαζεμένες κάτω από κοινή δράση. Το πως θα καταναλώσουμε τον χρόνο αυτό, είναι υπόθεση του καθενός.
Τί μας είπες τώρα; Δεν είμαστε ψυχή; Δεν είμαστε Πνεύμα; Και τί είμαστε;
Πριν προχωρήσω να ξαναπώ: ΔΕΝ είμαστε ύλη, ψυχή ή πνεύμα, ΕΧΟΥΜΕ ύλη, ψυχή και πνεύμα –και πάντα σύμφωνα με την προσωπική μου άποψη.
Για το γεγονός τώρα ότι δεν είμαστε ύλη σχεδόν κανένας δεν αντιδρά. Ο λόγος είναι απλός. Όλοι μας βλέπουμε πως το υλικό μας σώμα πεθαίνει άρα δεν μπορεί να είμαστε μόνο ύλη. Αποκλείεται να είμαστε κάτι το τόσο εφήμερο. Ο καλός Θεός είπε ότι μας έφτιαξε καθ’ εικόνα και ομοίωση! Τι λέτε τώρα!
Το να αρνηθούμε βέβαια την ύλη μας είναι η εύκολη λύση για να πάψουμε να σκεφτόμαστε. Και βέβαια είμαστε ύλη! Η γραμμική μας ύπαρξη την έχει ανάγκη. Ο άυλος άνθρωπος δεν είναι πραγματικός και ακόμα και αυτοί που μιλάνε για φαντάσματα και για… λένε πως η ύλη τους είναι απλά διαφορετική.
Ας επικεντρωθούμε στην ουσία της ύπαρξης. Ύλη, ψυχή και πνεύμα είναι πρωταρχικά στοιχεία της δημιουργίας. Δεν μπορεί να υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο και επομένως δεν μπορεί να βρεθεί πουθενά καθαρή ύλη ή καθαρή ψυχή ή και πνεύμα. Επομένως και επάνω, ή καλύτερα μέσα σ’ εμάς, είτε θέλουμε είτε δεν θέλουμε αυτά τα τρία θα τα βρούμε. Και ποιά είναι η μορφή τους; Το σώμα μας, τα συναισθήματά μας και η νόησή μας. Όχι όμως εμείς. Και τα τρία αυτά –και ίσως και κάποιοι ακόμα επιμέρους συνδυασμοί τους- είναι λειτουργικά στοιχεία της προσωπικότητάς μας. Εμείς είμαστε απλά η επισυνείδησή τους, ο Εαυτός, το Εγώ.
Και επειδή δεν είμαστε αυτά τα τρία, μας δίνεται η δυνατότητα να υπάρχουμε όταν αυτά πάψουν να λειτουργούν σαν ατομικοποιημένο σύνολο. Έτσι, και μόνο έτσι, η πράξη του θανάτου γίνεται ανάσταση.
Και αυτός είναι ο τρόπος.